Τα παιδιά του Β1και
Β2 πήραν στα χέρια μια βαλίτσα και φαντάστηκαν την «ιστορία» της, αυτά που «είδε»,
«γνώρισε και «πέρασε»…
Ας ξεκινήσουμε
από το Β1:
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Σήμερα είναι η μέρα που εγώ με τον άντρα μου
φεύγουμε για τη Γερμανία. Πρέπει να σου πω ότι ήταν πραγματικά μια δύσκολη
απόφαση. Αφήσαμε όλους τους συγγενείς, μανάδες, πατεράδες, ξαδέρφους, αλλά το
πιο σημαντικό και πολυτιμότερο που αφήσαμε πίσω μας είναι ο μικρός μας γιος, το
μωρό μας. Νιώθω ένοχη για αυτήν την πράξη, έχω την αίσθηση ότι δε θα μας
συγχωρέσει ποτέ! Όμως ξέρω ότι ο μοναδικός λόγος που τον αφήνουμε είναι
γι’ αυτόν. Αν μέναμε στην Ελλάδα δε θα
είχε μέλλον ούτε εμείς, κανένας. Είμαι αναγκασμένη να φύγω, νιώθω μια πίεση, αν
δεν το κάνω ξανά θα νιώθω ένοχη.
Όπως είπα παραπάνω σήμερα φεύγουμε. Μαζί
μας πήραμε λίγα πράγματα, όμως σημαντικά για μας. Επίσης μαζί μου πήρα και το
μικρό κοστουμάκι του χαριτωμένου μας μωρού.
Όταν φεύγαμε, τους αποχαιρετήσαμε όλους.
Όταν αποχαιρετούσα το μικρό μας, πίστευα στην αρχή ότι λόγω της ηλικίας του δε
θα καταλάβει τίποτα. Αλλά αυτός… Στα μάτια μου φάνηκε πως ήξερε πολύ καλά τι
συνέβαινε! Μας κοίταζε συνεχώς, ακίνητος με βουρκωμένα μάτια… Αυτή η στιγμή
ήταν που πραγματικά ένιωσα ένοχη!
Έχουμε αρχίσει το ταξίδι. Εκεί θα μείνουμε
στο σπίτι μιας παλιάς γνωστής μου που έμενε στην Ελλάδα αλλά μετανάστευσε στη
Γερμανία κι αυτή, στη Γιοχάνα. Ελπίζω οι δουλειές εκεί να μην είναι τόσο
σκληρές όπως στην Ελλάδα και να εξασφαλίσουμε χρήματα για το μωρό.
Στάθης
Κάποτε γύρω στο 1965 ζούσε μια οικογένεια
που είχε ένα παιδί. Αυτή η οικογένεια λόγω της οικονομικής κρίσης αναγκάστηκε
να μεταναστεύσει στη Γερμανία, για να βρει δουλειά. Τα συναισθήματα ήταν
ανάμεικτα. Από τη μια θα άρχιζαν δουλειά βγάζοντας χρήματα, θα είχαν ένα
καλύτερο μέλλον και θα δούλευαν κάτω από καλύτερες συνθήκες, όμως από την άλλη
ήταν αναγκασμένοι να αφήσουν πίσω το παιδί τους, γιατί εκεί στη Γερμανία δε
γνώριζαν κανέναν και δε θα είχαν που να το αφήσουν , όταν θα έλειπαν στη
δουλειά. Επίσης θα άφηναν πίσω αγαπημένους φίλους και συγγενείς.
Όταν ήρθε η μέρα που θα έφευγαν για τη
Γερμανία ετοίμασαν τη βαλίτσα και έβαλαν μέσα σ’ αυτήν όλες τους τις
αναμνήσεις, όπως: φωτογραφίες, κορνίζες, τα ρούχα του μωρού, για να το
θυμούνται. Επίσης έβαλαν ρούχα δικά τους και κάποια εργαλεία που θα τους
χρειαζόταν για τη νέα τους δουλειά.
Πριν να φύγουν χαιρέτησαν πρώτα όλα τα
αγαπημένα τους πρόσωπα και τέλος χαιρέτησαν με δάκρυα στα μάτια το
πολυαγαπημένο τους παιδί.
Σπυριδούλα
Η Ιστορία
της Βαλίτσας
Πριν 49 χρόνια
την περίοδο όπου στην Ελλάδα ο κόσμος έφευγε στην ξενιτιά για ένα καλύτερο μέλλον
όχι μόνο για τους εαυτούς τους αλλά και όσοι είχαν παιδιά για τα παιδιά τους. Εγώ
έζησα την ξενιτιά, όχι εγώ ο ίδιος, αλλά οι γονείς μου, εφόσον, όταν έφυγαν
ήμουν ακόμα μωράκι.
Ακόμα θυμάμαι
εκείνη την μέρα ξεκάθαρα ήταν 22 Αυγούστου του 1969, αν και μικρός καταλάβαινα
αρκετά. Είχα ξυπνήσει απότομα και δεν σταματούσα να κλαίω, διότι ένοιωθα την
ανησυχία τους και όλη αυτή την αναταραχή. Η μητέρα μου με πήρε τόσο σφικτά
αγκαλιά που ήταν σαν να με έβλεπε για τελευταία φορά, που να ήξερα όμως τότε
πως θα έκανα 5 χρόνια να τους δω.
Ήμουν 2 χρονών όταν έφυγαν και όταν γύρισαν
ήμουν επτά. Μόλις γύρισαν ήταν σαν να συμπληρώθηκε το κενό που ένιωθα μέσα μου τόσο
καιρό. Όμως στην αρχή δεν τους ένιωθα ως γονείς μου, ήταν κάπως σαν ξένοι στα
μάτια μου, γιατί δεν είχα μεγαλώσει μαζί τους. Ευτυχώς που με την πορεία και
όσο περνούσε ο καιρός τους ένιωθα όλο και πιο κοντά μου. Μετά από 5 μήνες επιστροφής τους μας ανακοίνωσαν πως η μαμά θα
μου έκανε αδελφάκια εφόσον είχε δίδυμα. Τα οποία ονομάστηκαν Αχιλλέας και
Κλειώ.
Έτσι έχω φτάσει τα 52 μου χρόνια και γράφω για
αυτή την όχι και τόσο όμορφη στιγμή της ζωής μου που ήμουν μακριά από τους γονείς
μου. Μπορεί και τώρα να μην είναι μαζί μου σε αυτό τον κόσμο όμως τουλάχιστον ξέρω
πως είναι πάνω στο παράδεισο συντροφιά με τους αγγέλους και δεν είναι στη Γερμανία
να κάνουν βλαβερές για την υγεία τους δουλειές.
Αθηνά
Αγαπημένο μου
ημερολόγιο,
Τώρα εγώ πια
έχω μεγαλώσει και θέλω να σου μιλήσω για τα παιδικά μου χρόνια. Όταν ήμουν
μωράκι, οι γονείς μου ζούσαν σε δύσκολες συνθήκες. Τώρα εγώ κρατάω μια βαλίτσα
στα χέρια μου, τη βαλίτσα του πατέρα μου. Εκεί κρατούσαν τα ρούχα τους και τις
αναμνήσεις τους. Το πουκάμισο του πατέρα μου, το φόρεμα της μητέρας μου,
φωτογραφίες, τα αντικείμενα με τα οποία δούλευαν και τα ρούχα μου.
Με αυτήν τη
βαλίτσα έφυγαν στην Γερμανία, άφησαν το σπίτι τους, τη χώρα τους και κυρίως
εμένα στη γιαγιά. Έχουν περάσει τόσα πολλά χρόνια, αλλά ακόμα δεν μπορώ να
καταλάβω πως άντεξαν σε μια ξένη χώρα, με άγνωστους, ούτε τη γλώσσα δεν ήξεραν!
Οι γονείς μου έγιναν μετανάστες, το έκαναν για μένα, για το μέλλον μου. Τι τους
έδινε τη δύναμη για να συνεχίσουν τη ζωή τους χωρίς εμένα και μακριά από το
σπίτι τους; Λες να ήταν η βαλίτσα με τις αναμνήσεις; Θα μπορούσε να ήταν και η
νοσταλγία και οι ελπίδες… Οι γονείς μου δούλευαν για μια καλύτερη ζωή.
Αν και ήμουν
μικρούλη ένιωθα την απουσία τους. Τρία χρόνια όμως μετά η μητέρα μου δεν
άντεξε. Γύρισαν πίσω στην πατρίδα τους, στο χωριό. Μαζί τους κουβαλούσαν τη
βαλίτσα, μέσα είχε δώρα για μένα, όχι ρούχα ούτε παπούτσια και παιχνίδια. Είχε
φωτογραφίες από τη δουλειά και από τις βόλτες που πήγαιναν Ήταν οι αναμνήσεις
τους από εκεί. Αργότερα η οικογένειά μας απόκτησε άλλο ένα δωράκι, την αδερφή
μου!
Τέλος είμαστε
όλοι μαζί και ζούμε καλά. Στην Ελλάδα, στο σπίτι μας!
Πωλίνα
Η οικογένεια νιώθει λύπη που πρέπει να
φύγει από τη χώρα της, όμως ξέρει ότι αυτό είναι το σωστό για το μικρό Στέργιο,
όπως και η απόφαση να τον αφήσουν πίσω στην Ελλάδα. Επίσης νιώθουν χαρά που
ο Στέργιος θα μεγαλώσει έχοντας μια καλύτερη οικονομική κατάσταση από αυτούς
για να μπορέσει να ζήσει καλύτερα με τη δικιά τους οικονομική υποστήριξη.
Νικόλας
Το ζευγάρι έφυγε από την πόλη του και πήγε
στη Γερμανία αφήνοντας πίσω του πολλές ωραίες αναμνήσεις, πολλούς φίλους, τους
γονείς τους, αλλά και το παιδί τους. Στεναχωρήθηκαν πολύ, αλλά ήξεραν ότι, αν
ήθελαν να έχουν ένα καλύτερο μέλλον και αυτοί αλλά και το παιδί τους, έπρεπε να
το κάνουν. Έφυγαν παίρνοντας μαζί τους τα απαραίτητα, αλλά και τα ρούχα του
μικρού παιδιού τους για να το θυμούνται.
Πέτρος
Αγαπημένο μου
ημερολόγιο,
Σήμερα είναι μια άσχημη μέρα για μένα.
Είμαι λυπημένη που θα αναγκαστώ να αφήσω τον τόπο μου, την πατρίδα μου, την
οικογένειά μου, αλλά και τις αναμνήσεις πίσω μου, όμως πιο πολύ το παιδί μου,
την αγάπη μου όλη! Όλα αυτά πρέπει να τα αφήσω πίσω μου και να τα ξεχάσω, να
προχωρήσω μπροστά και να μεταναστεύσω. Θα πρέπει να φύγω και να πάω στη
Γερμανία για μια καλύτερη ζωή, να αποκτήσω χρήματα για να μπορέσω να μεγαλώσω
και να αναθρέψω το παιδί μου σωστά χωρίς να του λείψουν πολλά. Θα μου λείψουν
όλα αυτά πολύ, όμως μου δίνει κουράγιο το γεγονός ότι θα έχω μια δουλειά και θα
έχουμε να φάμε και να περάσουμε τις μέρες μας.
Σάντρα
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Σε λίγες ώρες δε θα βρίσκομαι εδώ αλλά κάπου
μακριά. Σκέφτηκα εσένα να σε αφήσω εδώ, γιατί θέλω να αφήσω όλες μου τις
αναμνήσεις πίσω, γιατί όσο θα σκέφτομαι τόσο θα πληγώνομαι… Εδώ γεννήθηκα, εδώ έζησα, εδώ γέννησα και τώρα αφήνω αυτόν τον
τόπο για να ζήσει πάνω απ’ όλα το παιδί
μου καλύτερα από μένα. Πιστεύω σε λίγα χρόνια να ξανά είμαι εδώ μαζί με το
παιδί μου και τον άντρα μου, να ξαναγυρίσω πίσω στον τόπο μου. Και θα ζήσουμε
όλοι ωραία…
Δημήτρης
Και συνεχίζει το Β2:
Η ιστορία της Βαλίτσας σχετίζεται με ένα
ζευγάρι ελλήνων που μετανάστευσαν στη Γερμανία, πιθανότατα για οικονομικούς
λόγους. Το ζευγάρι αυτό είχε και ένα γιο, τον Στέργιο που ήταν βρέφος γι’ αυτό
δεν τον πήραν μαζί τους στη Γερμανία. Θεώρησαν καλύτερο να μείνει με άλλους
συγγενείς, δηλαδή τον παππού και τη γιαγιά. Το έκαναν αυτό επειδή νόμιζαν ότι
δε θα είχαν τον κατάλληλο χρόνο για να αφιερώσουν σ’ αυτό.
Έτσι το ζευγάρι πήρε μια βαλίτσα με τα ρούχα
τους, αλλά και κάποια από τα ρούχα του μικρού για να θυμούνται τα χρόνια που
πέρασαν στην Ελλάδα με το μωρό τους ελπίζοντας να το σφίξουν και πάλι στην
αγκαλιά τους.
Άλντο
Η βαλίτσα που
εξετάσαμε στην τάξη μας μιλάει για την ιστορία μιας οικογένειας η οποία
αναγκάζεται να μεταναστεύσει για οικονομικούς λόγους στη Γερμανία αφήνοντας
πίσω το γιο τους, το Στέργιο, στους παππούδες του στην Ελλάδα, όσο αυτοί
προσπαθούν να βγάλουν λεφτά. Δεν μπορούν να βλέπουν το γιό τους και ο μόνος
τρόπος να μπορέσουν να δουν πόσο έχει μεγαλώσει κι αν είναι καλά είναι οι
φωτογραφίες.
Διομήδης
Πιστεύω ότι η ιστορία της βαλίτσας είναι
γεμάτη κούραση, χαρά και λύπη. Πιστεύω πως οι ιδιοκτήτες της βαλίτσας ήταν
μετανάστες και έβαλαν τα υπάρχοντά τους στη βαλίτσα για να ζήσουν σε μια
καλύτερη πόλη από αυτή που ζούσαν. Η βαλίτσα πιστεύω ότι πέρασε πολλά, αφού
άλλαξε περιβάλλον, «έζησε» στιγμές καταπίεσης και στεναχώριας, αφού οι
ιδιοκτήτες πήραν και κάποια ρούχα του μωρού τους για να το θυμούνται.
Έλενα
Η ιστορία της βαλίτσας είναι περιπετειώδης
και γεμάτη ενδιαφέρον. Η βαλίτσα ήταν για πολύ καιρό παρατημένη σε μια γωνιά,
ώσπου μια μέρα οι δύο της ιδιοκτήτες την πήραν, της έβαλαν μέσα πολλά
αντικείμενα και την έβαλαν μέσα στο αμάξι τους. Μετά από λίγες μέρες η βαλίτσα
βρέθηκε σε ένα ξένο μέρος, ένα μέρος όπου οι άνθρωποι μιλούσαν ακαταλαβίστικα,
που είχε πολύ κρύο, λίγα δέντρα και πανύψηλα κτήρια.
Ύστερα από κάποια χρόνια οι ιδιοκτήτες της
βαλίτσας την πήραν και τη γέμισαν με πράγματα. Μπήκαν στο αμάξι και πήγαν προς
το αεροδρόμιο. Μετά από λίγες ώρες είχαν φτάσει πίσω στην Ελλάδα.
Λία
Τα παλαιότερα
χρόνια ζούσε μια οικογένεια πολύ αγαπημένη. Η ζωή τους ήταν τέλεια και σύντομα
θα αποκτούσαν ένα παιδί. Ύστερα από 9 μήνες ήρθε στον κόσμο αυτό το αγγελούδι!
Για τους πρώτους 2-3 μήνες η οικογένεια αυτή ήταν πανευτυχής, όμως αργότερα η
οικονομική τους κατάσταση χειροτέρευε. Δεν μπορούσαν να ζήσουν έτσι, γι’ αυτό οι γονείς του παιδιού αποφάσισαν να
φύγουν από την Ελλάδα αφήνοντας πίσω στην γιαγιά τον μονάκριβο γιο τους. Έτσι
το αγαπημένο ζευγάρι έφυγε και εγκαταστάθηκε στη Γερμανία πιστεύοντας ότι έτσι
η ζωή τους θα πάρει τα πάνω της.
Ο καιρός περνούσε και ο μόνος τρόπος πλέον
που θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν με τους συγγενείς τους στην πατρίδα ήταν οι
φωτογραφίες Με αυτόν τον τρόπο το αγοράκι τους δε θα ξεχνούσε ποτέ!
Νεφέλη
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε μια οικογένεια
σε ένα χωριό της Ελλάδας. Αυτή η οικογένεια ήταν τόσο χαρούμενη και μια μέρα
ήρθε στον κόσμο και το αγοράκι τους. Λίγο καιρό αργότερα, η οικογένεια άρχισε
να έχει οικονομικά προβλήματα και προσπαθούσε να βρει μια λύση για να τα βγάλει
πέρα. Έτσι αποφασίζουν οι δύο γονείς να μεταναστέψουν στη Γερμανία και να βρουν
μια δουλειά για να δουλέψουν αφήνοντας όμως το παιδί πίσω τους να μεγαλώσει με
τη γιαγιά του. Ετοίμασαν τη βαλίτσα τους κι έφυγαν.
Όταν έφτασαν στη Γερμανία και οι δυο τους
δούλευαν σε ένα εργοστάσιο, η γυναίκα ως ράφτρια και ο άνδρας στις μηχανές. Ένιωθαν τόσο μόνοι
που στεναχωριόντουσαν γι’ αυτό, όμως δεν είχαν άλλη επιλογή. Αποφάσισαν να
κάνουν ένα δώρο στο γιο τους που τους έλειπε πολύ. Σε μια σακούλα έβαλαν
κάποιες φωτογραφίες πιστεύοντας πως αν ο γιος τους είχε φωτογραφίες τους δε θα
τους ξεχνούσε ποτέ και θα θυμόταν για πάντα, ακόμα κι αν δε τους ξαναέβλεπε.
Σαμπρίνα
Πιστεύω πως η ιστορία της βαλίτσας είναι γεμάτη
περιπέτεια, κούραση, χαρά και λύπη. Οι ιδιοκτήτες της βαλίτσας ήταν μετανάστες
οι οποίοι έβαλαν μέσα τα υπάρχοντά τους και έφυγαν για να ζήσουν μια καλύτερη
και πιο αξιοπρεπή ζωή. Η συγκεκριμένη βαλίτσα έζησε πολλές καταστάσεις, όπως
την αλλαγή περιβάλλοντος, δηλαδή από εκεί που ζούσε σε ένα ήρεμο χωριό κοντά
στη φύση ξαφνικά βρέθηκε σε μια μεγαλούπολη με πολλά κτήρια και αμάξια. Επίσης
έζησε στιγμές πίεσης και στεναχώριας, αφού δεν μπορούσε να κάνει κάτι έτσι ώστε
να μη βλέπει τους ανθρώπους που την πήραν μαζί τους να λυπούνται και να
αντιμετωπίζουν δυσκολίες.
Μαίρη
Είναι πολύ πιθανό
η οικογένεια αυτή να χώρισε λόγω οικονομικών προβλημάτων. Το πιο πιθανό σενάριο
είναι το εξής. Δύο γονείς αφήνουν το παιδί τους στη γιαγιά του και
μεταναστεύουν στη Γερμανία για μια καλύτερη ζωή. Πήραν μια αλλαξιά ρούχα,
κάποια εργαλεία και ένα κουβάρι νήμα, επειδή ίσως θα δούλευαν σε κάποιο
εργοστάσιο. Επειδή όμως δεν άντεχαν να αφήσουν το παιδί τους μακριά, πήραν δύο
ρουχαλάκια δικά του για να το θυμούνται.
Οδυσσέας
Αυτή η οικογένεια
έχει μεταναστεύσει και έχουν αφήσει πίσω το γιο τους, το Στεργιούλη, στους
παππούδες του. Έχουν πάει στην ξενιτιά για μια καλύτερη ζωή.
Μπία